Εμφύτευση μαλλιών
Η μεταμόσχευση μαλλιών αποτελεί αισθητική λύση σε περιπτώσεις αραίωσης ανδρογενετικού τύπου αλωπεκίας. Αυτό το είδος απώλειας μαλλιών παρατηρείται στην πλειονότητα των αντρών, άλλοτε σε μεγαλύτερο και άλλοτε σε μικρότερο βαθμό μετά την ηλικία των 40 ετών, χωρίς να είναι σπάνιο ακόμη και σε μικρότερες ηλικίες.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της ανδρογενετικού τύπου αλωπεκίας είναι η απώλεια μαλλιών στο πάνω μέρος του κεφαλιού ενώ ταυτόχρονα δεν υπάρχει απώλεια στο πίσω μέρος του τριχωτού της κεφαλής.
Είδη αλωπεκίας για μεταμόσχευση μαλλιών
Η μεταμόσχευση μαλλιών είναι ίσως η συχνότερη αισθητική επέμβαση από αυτές που διενεργούνται σε άντρες. Απευθύνεται κυρίως σε περιπτώσεις ανδρογενετικού τύπου αλωπεκίας, αλλά μπορεί να εφαρμοστεί και σε κάποια άλλα είδη απώλειας ή αραίωσης μαλλιών, όπως είναι η μετατραυματική αλωπεκία. Απευθύνεται και σε γυναίκες, αλλά σε μικρότερο βαθμό και μόνο εφόσον η αλωπεκία είναι ανδρογενετικού τύπου και όχι διάχυτη που αφορά σε όλες τις περιοχές του τριχωτού της κεφαλής. Επίσης, δεν απευθύνεται σε περιπτώσεις όπως η γηροειδής αλωπεκία.
Μέθοδοι μεταμόσχευσης μαλλιών
Το σκεπτικό με βάση το οποίο γίνεται η μεταμόσχευση μαλλιών είναι ότι αν λάβουμε ένα τριχοθυλάκιο από το πίσω μέρος του κεφαλιού και το τοποθετήσουμε στο μπροστινό μέρος, τότε αυτό θα μεταφέρει τις ιδιότητες της ρίζας και θα συνεχίσει να βγάζει τρίχα. Με την επέμβαση θα γίνει λήψη τριχοθηλακίων (ρίζες τριχών) από πίσω μέρος της κεφαλής, όπου τα μαλλιά είναι αρκετά πυκνά και δεν θα υπάρξει αισθητική αραίωση, και μεταφορά τους στο μπροστινό μέρος της κεφαλής που υπάρχει αρκετή απώλεια μαλλιών και θα εμφανιστεί αισθητική πύκνωση.
Τα τριχοθυλάκια, που θα μεταφερθούν, υιοθετούνται στην νέα τους θέση, δίνουν την ίδια τρίχα, που θα έδιναν αν έμεναν στο πίσω μέρος της κεφαλής. Οι τρίχες αυτές μεγαλώνουν κανονικά, χτενίζονται, κουρεύονται βάφονται, όπως ακριβώς θα έκαναν στην περιοχή από όπου ελήφθησαν.
Το αποτέλεσμα της μεταμόσχευσης μαλλιών είναι μόνιμο, δηλαδή τα μαλλιά δεν πέφτουν, διότι έχουν τις ιδιότητες, όπως είπαμε, της περιοχής απ΄ όπου ελήφθησαν, καθώς, ως είναι γνωστό, τα μαλλιά στο πίσω και πλάγιο μέρος της κεφαλής, δεν πέφτουν στην ανδρογενετικού τύπου αλωπεκία. Στην πράξη, η διαδικασία είναι σαν να παίρνουμε ένα φυτό από ένα χωράφι που έχει αρκετά φυτά και να το μεταφυτεύουμε σε ένα άλλο όπου τα φυτά αυτά είναι λίγα. Ο λόγος για τον οποίο το αποτέλεσμα είναι μόνιμο είναι διότι η τρίχα δεν παίρνει τις ιδιότητες της περιοχής όπου τοποθετείται αλλά διατηρεί τις ιδιότητες της περιοχής από όπου την πήραμε. Οι περισσότεροι άνθρωποι σκέφτονται ότι εφόσον σε ένα συγκεκριμένο σημείο τα μαλλιά χάθηκαν άρα οποιαδήποτε τρίχα τοποθετηθεί στο σημείο αυτό πιθανόν θα χαθεί επίσης. Αυτό δεν ισχύει, διότι όπως προείπαμε τα τριχοθυλάκια, τα οποία μεταφυτεύονται, διατηρούν τις ιδιότητες της περιοχής από όπου ελήφθησαν.
Τρόποι λήψης τριχοθυλακίων
Υπάρχουν κατά βάση δυο τρόποι λήψης τριχοθυλακίων, οι οποίοι ονομάζονται STRIP και FUE. Οι λοιπές, κατά καιρούς αναφερόμενες μέθοδοι, αποτελούν παραλλαγές ή εξέλιξη των δυο προαναφερομένων. Υπάρχουν κι άλλες αναφερόμενες μέθοδοι, οι οποίες δεν αποτελούν κάποια καινούργια μέθοδο ή παραλλαγή, αλλά είναι απλά η ίδια μέθοδος με διαφορετικό όνομα για λόγους marketing.
Μέθοδος STRIP: πρόκειται για την μέθοδο εκείνη κατά την οποία ο πλαστικός χειρουργός παίρνει ένα τμήμα (λωρίδα) από το τριχωτό της κεφαλής, από το πίσω μέρος, στη δότρια περιοχή (περιοχή που δίνει μοσχεύματα), η οποία ονομάζεται και ζώνη σταθερής τριχοφυΐας. Το κενό που μένει μετά τη λήψη του δερματικού μοσχεύματος κλείνει με ράμματα. Το μόσχευμα, το οποίο λαμβάνει ο πλαστικός χειρουργός, χωρίζεται με προσοχή σε μικρομοσχεύματα. Το κάθε μικρομοσχεύμα είναι ένα πάρα πολύ μικρό τμήμα ιστού, το οποίο μπορεί να περιέχει μια, δύο , τρεις ή περισσότερες ρίζες τριχών. Τα μοσχεύματα αυτά χρησιμοποιούνται για να τοποθετηθούν στη δέκτρια περιοχή στην περιοχή δηλαδή που υπάρχει απώλεια.
Μέθοδος FUE: Στη FUE μέθοδο, τα μικρομοσχεύματα, που περιγράψαμε παραπάνω, λαμβάνονται εξαρχής ως έχουν με ένα ειδικό εργαλείο. Δηλαδή γίνεται λήψη των μοσχευμάτων ένα-ένα. Οι πολύ μικρές οπές, που μένουν, κλείνουν από τον οργανισμό και επουλώνονται μέσα σε πολύ λίγες ημέρες χωρίς να αφήνουν κάποιο ευδιάκριτο σημάδι.
FUE vs STRIP
Κάθε μέθοδος έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της. Για παράδειγμα, πλεονέκτημα της μεθόδου STRIP είναι ότι δεν χρειάζεται να ξυριστεί η δότρια περιοχή. Ενώ πλεονέκτημα της μεθόδου FUE είναι ότι δεν μένει κάποιο εμφανές σημάδι σε περίπτωση που κάποιος θελήσει να κόψει τα μαλλιά του πολύ κοντά. Στη μέθοδο STRIP, εάν τα μαλλιά κοπούν πάρα πολύ κοντά στη δότρια περιοχή, θα φαίνεται κάποιο οριζόντιο σημάδι. Κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει στη μέθοδο FUE. Η μέθοδος FUE έχει επίσης το πλεονέκτημα ότι σχεδόν ποτέ δεν υπάρχει ιδιαίτερη ενόχληση μετά την επέμβαση. Τις πιο πολλές φορές δεν είναι απαραίτητα ούτε καν τα παυσίπονα. Στη μέθοδο STRIP αντίθετα, κάποιες φορές μπορεί να υπάρξει ενόχληση και κάποιες άλλες όχι.
Στις μέρες μας η πιο συχνή διαδικασία είναι η FUE.
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗΣ ΜΑΛΛΙΩΝ
Η διαδικασία γίνεται με τοπική αναισθησία σε κατάλληλα οργανωμένο χώρο. Στην αρχή, γίνεται η λήψη των μοσχευμάτων με τη μέθοδο που έχει επιλεγεί. Κατόπιν, ο πλαστικός χειρουργός θα κάνει τις υποδοχές στην περιοχή, στις οποίες θα γίνει η τοποθέτηση των τριχοθυλακίων. Δηλαδή, ο ιατρός κάνει μικρές οπές με ένα πολύ μικρό εργαλείο, οι οποίες θα υποδεχθούν τα τριχοθυλάκια. Μετά από αυτό, γίνεται η τοποθέτηση των τριχοθυλακίων. Η τοποθέτηση μπορεί να γίνει με διάφορες μεθόδους όπως με λαβίδα, choi (ειδικό εργαλείο τοποθέτησης μοσχευμάτων). Η διάρκεια της επέμβασης είναι περίπου της τάξεως των λίγων ωρών ανάλογα με την έκταση του προβλήματος και τον αριθμό των τριχοθυλακίων που θα τοποθετηθούν.
Κατά την διάρκεια της μεταμόσχευσης μαλλιών δεν υπάρχει πόνος παρά μόνο για λίγα λεπτά όταν γίνεται η έγχυση του τοπικού αναισθητικού στη δότρια και στη δέκτρια περιοχή.
Αμέσως μετά τη διαδικασία, μπορεί κανείς να αποχωρήσει για το σπίτι. Δεν υπάρχει κάποια ζάλη ή μειωμένη απώλεια αισθήσεων. Επειδή, η διαδικασία γίνεται μόνο με τοπικό αναισθητικό, η αίσθηση που έχει όταν φεύγει κανείς είναι όπως όταν φεύγει κανείς από τον οδοντίατρο για κάποια αντίστοιχη οδοντιατρική εργασία. Πηγαίνοντας στο σπίτι συνήθως δεν υπάρχει κάποια ενόχληση και αν αυτή υπάρχει, τότε καταπολεμάται με απλά παυσίπονα. Μπορεί κάποιος να κάνει κανονικά απλές δραστηριότητες/εργασίες αλλά όχι πολύ εργώδεις δουλειές, γυμναστική κλπ.
Το μόνο πρόβλημα στις επόμενες μέρες είναι αυτό της εμφάνισης. Εάν έχει γίνει διαμόρφωση της μπροστινής γραμμής της τριχοφυΐας τότε φαίνεται ότι κάποιος έκανε μια διαδικασία αυτού του είδους και δεν είναι παρουσιάσιμος για περίπου 10 ημέρες. Εάν η μεταμόσχευση αφορά το πιο πίσω μέρος του τριχωτού της κεφαλής τότε μπορεί κανείς να είναι παρουσιάσιμος πολύ νωρίτερα μετά από ή 3 ημέρες. Ενδέχεται για 4-5 μέρες να υπάρχει κάποιο πρήξιμο στο μέτωπο, αλλά αυτό τις περισσότερες φορές μπορεί να αποφευχθεί με διάφορους τρόπους. Προφανώς, άτομα των οποίων η εργασία δεν απαιτεί να είναι ευπαρουσίαστοι ή που δεν έχουν πρόβλημα στο να πουν τι έχουν κάνει στο περιβάλλον τους μπορούν να εργαστούν ακόμα και την επόμενη μέρα.
Αρχικά, στο σημείο της τοποθέτησης υπάρχουν κάποιες πάρα πολύ μικρές εσχάρες (σαν τα κακάδια που δημιουργούνται όταν γρατζουνιζόμαστε). Αυτές αποπίπτουν μόνες τους περίπου σε 15 ημέρες (αν και μπορεί κανείς να τις αφαιρέσει και νωρίτερα, μόνο μετά από τη συμβουλή του ιατρού που έκανε τη μεταμόσχευση).
Περίπου για τους επόμενους 3 μήνες δεν βλέπει κανείς κάποιο αποτέλεσμα. Όμως, μετά από 3 μήνες, αρχίζουν σιγά σιγά οι τρίχες να εμφανίζονται. Και μετά από 4-5 μήνες μπορεί κανείς να δει κάποιο βαθμό τριχοφυΐας. Μετά από 8 μήνες έως 1 χρόνο υπάρχει το τελικό αποτέλεσμα. Εάν η τοποθέτηση των τριχοθηλακίων έχει γίνει ανάμεσα σε υπάρχοντα μαλλιά τότε πιθανόν να δει κανείς μια προσωρινή τριχόπτωση στα υπάρχοντα μαλλιά. Αυτά όμως θα ξαναβγούν μετά από 3 μήνες, όταν δηλαδή θα αρχίσουν να εκφύονται και τα μαλλιά που έχουν τοποθετηθεί. Δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει τριχόπτωση και αυτή μπορεί να αποφευχθεί τις πιο πολλές φορές με χρήση μινοξιδίλης. Ακόμα όμως και αν υπάρξει αυτή, όπως είπαμε, δεν είναι μόνιμη.
Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι δεν είναι όλα τα άτομα κατάλληλα για τη διαδικασία της μεταμόσχευσης μαλλιών. Ο πλαστικός χειρουργός θα πρέπει να μπορεί να διακρίνει ποιος είναι κατάλληλος υποψήφιος και ποιος όχι και να έχει την δυνατότητα να περιγράψει σε κάθε άτομο ξεχωριστά, με ακρίβεια, το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΗ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΜΑΛΛΙΩΝ
Οι παράγοντες που θα κρίνουν την επιτυχία μιας μεταμόσχευσης μαλλιών είναι δυο:
Φυσικότητα αποτελέσματος μεταμόσχευσης μαλλιών
Ο πρώτος και σημαντικότερος παράγοντας είναι η φυσικότητα του αποτελέσματος. ένας είναι η πυκνότητα που θα εμφυτευθεί και ο άλλος είναι η φυσικότητα του αποτελέσματος. Αφού ολοκληρωθεί η μεταμόσχευση και βγουν οι νέες τρίχες στο νέο σημείο που τις τοποθέτησε ο πλαστικός χειρουργός, θα πρέπει να δείχνουν ταιριαστές στο πρόσωπο. Η επιτυχημένη μεταμόσχευση μαλλιών είναι αυτή που δεν φαίνεται ότι έχει γίνει. Είναι προτιμότερο να μην κάνει κανείς τίποτα, παρά να κάνει μια μεταμόσχευση μαλλιών, η οποία φαίνεται αφύσικη και το αποτέλεσμα δίνει την αίσθηση του τεχνητού. Η φυσικότητα του αποτελέσματος δεν είναι κάτι δεδομένο, αλλά χρειάζεται ιδιαίτερη γνώση κι εμπειρία από τον πλαστικό χειρουργό και την ομάδα του, που αναλαμβάνουν την επέμβαση, καθώς επίσης και αισθητικό κριτήριο για να ταιριάξουν το πρόσωπο του ενδιαφερόμενου, με την ηλικία του, το hair pattern που έχει με αυτό που θέλει. Όταν όλα γίνουν σωστά δεν μπορεί κανένας να αντιληφθεί ότι έχει γίνει μια τέτοιου είδους διαδικασία. Εάν γίνεται αντιληπτό, σημαίνει ότι κάτι δεν έγινε καλά.
Οι παράγοντες, οι οποίοι θα κρίνουν τη φυσικότητα του αποτελέσματος, είναι πολλοί, όπως ο σχεδιασμός της μπροστινής γραμμής τριχοφυΐας, η μη δημιουργία γραμμών αλλά τυχαίας διάταξης, η σωστή γωνία τοποθέτησης , τα πολλά μικρά λεπτά μοσχεύματα και πολλές άλλες μικρές λεπτομέρειες, οι οποίες δρώντας συνθετικά δίνουν φυσικότητα. Ρόλο στη φυσικότητα έχουν και η γνώση και ο σωστός σχεδιασμός ανάλογα με την ηλικία του ατόμου. Άλλη πρέπει να είναι η προσέγγιση σε έναν νέο 25 χρονών και άλλη σε έναν άνδρα που βαδίζει στη δεκαετία των 40. Αυτή η αισθητική προσαρμογή και η δημιουργία του αντίστοιχου hair pattern προϋποθέτουν αρκετά μεγάλη εμπειρία και γνώση από πλευράς της ομάδας που αναλαμβάνει την διαδικασία.
Πυκνότητα περιοχής μεταμόσχευσης
Ο δεύτερος παράγοντας που θα χαρακτηρίσει επιτυχημένο το αποτέλεσμα μιας μεταμόσχευσης μαλλιών είναι η πυκνότητα των μαλλιών στη δέκτρια περιοχή. Ο πλαστικός χειρουργός θα προσπαθήσει για τη μέγιστη δυνατή πυκνότητα, αλλά για λόγους φυσιολογίας του ανθρώπινου οργανισμού, αλλά και για τεχνικούς λόγους, αυτή δεν μπορεί να είναι ίδια με αυτήν της δότριας περιοχής. Αυτό συμβαίνει διότι αν κανείς προσπαθήσει να υπερβεί ένα συγκεκριμένο όριο πυκνότητας, τότε κινδυνεύει να υπάρξει νέκρωση των τριχοθυλακίων διότι η αιμάτωση δεν είναι αρκετή κι έτσι να «χάσει» πολλά τριχοθυλάκια, επιτυγχάνοντας το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκει. Επίσης, πολλές φορές η μεγάλη πυκνότητα δεν είναι εφικτό τεχνικά να επιτευχθεί.
Η πυκνότητα που μπορεί να επιτευχθεί είναι πολύ ικανοποιητική, έτσι που να δημιουργείτε μία αισθητική ανανέωση του προσώπου, με φυσικότητα, η οποία βελτιώνει την εικόνα του ανθρώπου. Αν κάποιος επιθυμεί ακόμα μεγαλύτερη πυκνότητα, μπορεί μετά από οκτώ μήνες με ένα χρόνο περίπου, όταν θα έχει επέλθει η πλήρης έκφυση των νέων τριχών και θα είμαστε σίγουροι για τη σταθερότητα και δυναμική των μεταμοσχευθέντων τριχοθυλακίων, μπορεί να κάνει μια δεύτερη μεταμόσχευση μαλλιών και για να τοποθετηθούν νέα τριχοθυλάκια ανάμεσα στα ήδη υπάρχοντα. Συνήθως, όταν η δουλειά γίνει σωστά, από μία έμπειρη ομάδα, το δεύτερο στάδιο δεν είναι επιθυμητό και υπάρχει αρκετή ικανοποίηση του ατόμου με ένα μόνο στάδιο.
Υπερβολικές υποσχέσεις
Ένα πρόβλημα που συναντάμε στις μέρες μας στις μεταμοσχεύσεις μαλλιών είναι η υπερ-υποσχεσιολογία. Τα πολλά λόγια είναι φτώχια, λέει η λαϊκή ρήση και αυτό πρακτικά στο χώρο της μεταμόσχευσης μαλλιών το συναντάμε ως: «όσες πιο πολλές υποσχέσεις δίνονται, τόσο λιγότερα γίνονται». Συνήθως, οι υπερβολικές υποσχέσεις δίνονται από άτομα που δεν έχουν να κάνουν με τη μεταμόσχευση μαλλιών αλλά με τη «πώληση». Και όταν δίνονται πολλές υποσχέσεις, δημιουργούνται και εξωπραγματικές προσδοκίες, με συνέπεια την απογοήτευση όταν επέλθει το αποτέλεσμα. Η σωστή ενημέρωση πρέπει να γίνεται από τον ίδιο τον ιατρό, ο οποίος θα κάνει και θα είναι υπεύθυνος για τη διαδικασία της μεταμόσχευσης. Ο πλαστικός χειρουργός θα είναι αυτός που πρέπει και μπορεί να κρίνει τις ιδιαιτερότητες της κάθε περίπτωσης, παρουσιάζοντας τις ρεαλιστικές προσδοκίες και δίνοντας τις αντίστοιχες, αληθινές υποσχέσεις. Δεν μπορεί να γίνει σε όλους η ίδια διαδικασία και θα πρέπει να υπάρχει μια εξατομικευμένη προσέγγιση, την οποία γνωρίζει και προσαρμόζει ο πλαστικός χειρουργός για να επιτευχθεί το καλύτερο αποτέλεσμα. Η μεταμόσχευση μαλλιών δεν μπορεί να είναι μια απλή πώληση αλλά είναι μια ιατρική πράξη με το σεβασμό, τις γνώσεις, την ευθύνη και την ηθική που πρέπει να διέπει τις ιατρικές πράξεις. Με αυτές τις έγκυρες, επιστημονικές συνθήκες το αποτέλεσμα θα είναι φυσικό και το καλύτερο δυνατό, προσφέροντας ικανοποίηση, χαρά και αυτοπεποίθηση σε αυτόν που θα προβεί σε μια τέτοια διαδικασία αισθητικής βελτίωσης.